Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

Ένας συνηθισμένος διάλογος


Van Gogh

-          Ωπ! Τι έγινε ρε; Εδώ είσαι;
-          Για να με βλέπεις… τι λέει; Καλά;
-          Ωραίος σκύλος. Δικός σου είναι; Πώς τον λένε;
-          Ρόσι
-          Πώς, Ρώσο
-          Όχι, Ρόσι, από το Βαλεντίνο Ρόσι
-          Δίκιο έχεις. Ρώσος. Του ταιριάζει. Έτσι άσπρος όπως είναι… Πάρε μετά τηλέφωνο, θα είμαστε στο δασάκι.
-          Καλό;
-          Θα δεις.
-          Και ο Ρόσι;
-          Ε, το Ρώσο, φέρ’ τον μαζί
-          Δεν πιστεύω να’ χει σκυλιά…
-          Όχι, κάτι δεντράκια μόνο.
-          Δικά σας;
-          Του δάσους.
-          Άγρια δηλαδή;
-          Ναι.
-          Και έχουν φούντα;
-          Όχι ρε, τα δεντράκια τα έχουμε στο κτήμα.
-          Αυτό σε ρωτάω ρε
-          Ε, κι εγώ τι είπα, κάτι άλλο;
-          Καλά, θα σε πάρω τηλέφωνο
-          Αν αργήσεις, δε θα έχει
-          Τι ώρα θα πάτε;
-          Θα σου πω στο τηλέφωνο
-          Και πού είναι το δασάκι;
-          Να, μόλις βγεις από το χωριό, όλο δάσος είναι
-          Ναι ρε, αλλά σε ποιο σημείο;
-          Πάρε πιο μετά και θα σου πω
-          Γιατί δε μου λες τώρα;
-          Μη μας πάρουν χαμπάρι…
-          Ποιος ρε. Καλύτερα πες μου τώρα. Τα τηλέφωνα παρακολουθούνται
-          Και τι θα καταλάβουν αν σου πω έλα κείθε για παράδειγμα;
-          Τίποτα, αλλά ούτε κι εγώ.
-          Αμάν ρε αδελφέ μου. Θα συναντηθούμε κάπου και θα πάμε μαζί.
-          Πού;
-          Θα σου πω
-          Φαύλος κύκλος
-          Όχι ρε, θα σου πω να κόψεις δρόμο
-          Άλλο λέω…
-          Τι;
-          Τίποτα.
-          Καλά, δε σε βλέπω καλά.
-          Τελικά με βλέπεις καλά ή όχι;
-          Σκας γάιδαρο ρε!
-          Ενώ εσύ…
-          Εγώ τι;
-          Ελέφαντα
-          Σκάει και ο ελέφαντας;
-          Κι άμα πιούμε το τσιγάρο θα μπορούμε να συνεννοηθούμε;
-          Γιατί ρε, δε συνεννοούμαστε τώρα;
-          Πώς… θα πέσει πολύ γέλιο
-          Αφού είναι καλό σου λέω
-          Α, πες έτσι. Έχεις πιει ε;
-          Ναι αλλά, πού κολλάει αυτό;
-          Στα χαρτάκια
-          Έχουμε και χαρτάκια ρε, μη σκας.
-          Ε τι είμαι να σκάσω; Γάιδαρος;
-          Εδώ που τα λέμε, φέρνεις λίγο…
-          Ε τότε, μπορεί και να σκάσω.
-          Κάντο παραπέρα όμως μη μας πάρουν τα σκάγια…
-          Πάγωσα.
-          Πήγαινε μέσα ρε, έχει τζάκι
-          Όχι, για το χιούμορ σου λέω
-          Ποιο χιούμορ;
-          Έλα μου ντε;
-          Τα χεις παίξει ε; άντε να πιεις να στανιάρεις
-          Θα μιλάμε κιόλας;
-          Φυσικά.
-          Όπως τώρα;
-          Άμα γεια σου!
-          Κατάλαβα.
-          Τι κατάλαβες;
-          Τα πάντα.
-          Σπίρτο είσαι
-          Κι εσύ, αλλά έχεις πάρει υγρασία…
-          Μπα, δεν καταλαβαίνω τίποτα εγώ
-          Αυτό είναι σίγουρο
-          Και τι κάνεις στην Αθήνα;
-          Άσε, θα τα πούμε εκεί.
-          Σιγά μην κατέβω εγώ στην Αθήνα
-          Μπορώ να φανταστώ το λόγο.
-          Ε, τι τώρα; Μαλακίες; Που θα βρεις καλύτερα από δω;
-          Σε αυτό συμφωνούμε. Αλλά εγώ έλεγα για το δασάκι…
-          Τι έλεγες για το δασάκι;
-          Άστο. Πάμε τώρα
-          Δεν κρατιέσαι μωρή κουφάλα…
-          Ναι, θέλω να κατουρήσω
-          Πήγαινε εδώ
-          Στη φύση είναι καλύτερα
-          Σίγουρα.
-          Άντε πάμε
-           Φύγαμε. 

6 σχόλια:

Χρήστος Αντισθένης Ζάχος είπε...

Ο παραπάνω διάλογος, γράφτηκε σε 15 λεπτά και δεν υπέστη καμία διόρθωση. Το πιο πιθανό είναι, οι περισσότεροι να μην καταλάβουν το “πνεύμα” του και γενικά, να μην αρέσει. Επιτρέψτε μου όμως να πω πως το συγκεκριμένο είναι ένα ποίημα που σου γυρνάει την πλάτη και αδιαφορεί παντελώς για τη γνώμη του αναγνώστη. Το χαρακτηρίζουν η αμεσότητα, η σουρεαλιστική διάθεση, το παράλογο, η ειρωνεία, ο χλευασμός, η αδιαφορία στο να δώσει κάποιο βαθύτερο νόημα, η αδιαφορία στο να είναι διδακτικό ή θλιμμένο, ή απελπισμένο, ή χαρούμενο, ή καλό, ή κακό, και περιγράφει μια κατάσταση χωρίς να κάνει περιγραφή, αλλά αφήνοντας τον αναγνώστη να ανακαλύψει (ή να μην ανακαλύψει) περί τίνος πρόκειται.

Το θέμα το οποίο πραγματεύεται, για να το αντιληφθείς, θα πρέπει να έχεις κάνει τις τσάρκες σου στην πιάτσα. Εδώ δεν εξηγεί το ποίημα, σιγά μην εξηγήσω εγώ.

Ο λόγος ο οποίος γράφτηκε ήταν για να απολαύσει το ίδιο τον εαυτό του. Εύθυμη διάθεση και χιούμορ για λίγους, βγάζει κοροϊδευτικά τη γλώσσα σε όλους, ακόμη και στον ίδιο του τον δημιουργό.

Ο λόγος που τα γράφω αυτά, δεν είναι για να το υπερασπιστώ, αλλά για να δείξω σε αυτούς που δεν το κατανοούν, πως δεν υπάρχει περίπτωση να το κατανοήσουν κι επίσης, να παροτρύνω αυτούς που το κατανοούν, να γελάσουν ελεύθερα.

Αυτά τα ολίγα, έτσι, για να σας βγάλω από τη αμηχανία.

Μαρια Τζιατζιου είπε...

Για δικούς μου λόγους το απόλαυσα, δεν το βαρέθηκα, τον βρήκα όντως συνηθισμένο το διάλογο, έτσι "χύμα", ακολούθησα τα ζωηρά βλέμματα στα μάτια, την αργή κίνηση των χεριών, είδα ένα παπούτσι να τρίβει το πάτωμα σα να σβήνει τη γόπα απο ένα Prince-άκι...
Αδιαφορώ που αδιαφορεί για μένα.
Όταν κοτσάρουν στα μούτρα μας κλειδαρότρυπες που κοιτούν όπου να 'ναι, εγω γιατί να μη στήσω αφτί στα παλικάρια; Μου ανοίγουν κλειδαρότρυπα στον ποιητή! Το βρίσκω πιο ενδιαφέρον απο το ξανθό μαλλί μιας τύπισσας που κάνει τη δεκαπεντάλεπτη καριέρα ης στο γυαλί, χα!

Χρήστος Αντισθένης Ζάχος είπε...

Χα! Μαρία, με πιάνεις!
Ε, τι άλλο να πω;...
Εβίβες!!!

Prisoned Soul είπε...

Γέλασα διαβάζοντάς το και εντέλει χαίρομαι που το έκανα γιατί από το σχόλιό σου ύστερα είμαι σίγουρη πως γέλασε κι αυτό με εμένα.
οπότε γελάγαμε μαζί.
σωστά;
μπα για να ρωτάω μάλλον εκείνο με πρόλαβε
αλλά δεν πειράζει
το απόλαυσα!

Χρήστος Αντισθένης Ζάχος είπε...

...εδώ γελούσε αυτό με μένα καθώς γραφόταν.
Με χρησιμοποιούσε ως μέσο βλέπεις και είχα την εντύπωση πως το έγραφα εγώ.
Ε, δεν είναι και κακό να γελάμε...
Εβίβες λοιπόν!

Unknown είπε...

Απολαυστικό και πρωτότυπο! πολύ ωραίο μπράβο!